Σημεία & Αξιοθέατα Ιστορικού – Πολιτιστικού – Πολιτισμικού -Φυσιολατρικού Ενδιαφέροντος
Αποτύπωση σημείων ιστορικού, πολιτιστικού, πολιτισμικού, και φυσιολατρικού ενδιαφέροντος που βρίσκονται στη Γεωγραφική Ενότητα όπως: μνημεία που διασώζονται, χώροι μουσείων και εκθέσεων, περιοχές φυσικού κάλους, κλπ.
ΠΩΓΩΝΙ
Το Βασιλικό βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μ. και είναι πατρίδα του Πατριάρχη Αθηναγόρα. Το χωριό είναι κτισμένο αμφιθεατρικά κάτω από ένα γυμνό ύψωμα, όπου και βρέθηκαν ίχνη ακρόπολης. Έχει πετρόκτιστα σπίτια και αρκετά κτίρια με σημαντικά στοιχεία λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Ξεχωρίζει η μονή του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης (1779), κτισμένη σ’ ένα πυκνό δάσος με βελανιδιές. Το καθολικό της μονής είναι μονόκλιτη βασιλική με τρούλο και έχει ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο.
Αξιόλογη είναι και η εκκλησία της Υπαπαντής του Σωτήρος (1779), όπου από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας πραγματοποιείται παραδοσιακό γλέντι, με κοινό τραπέζι, στο σχολείο του χωριού. Η παλιότερη εκκλησία του χωριού είναι αυτή του Αγίου Αθανασίου, που χρονολογείται γύρω στο 1300 και βρίσκεται στα βόρεια.
Επισκεφτείτε το σπίτι του Πατριάρχη Αθηναγόρα, που έχει διαμορφωθεί σε μουσείο, με προσωπικά αντικείμενα του Πατριάρχη και περπατήστε στο κοντινό δάσος με τις καστανιές.
Από το Βασιλικό, μονοπάτια οδηγούν στη Ρουψιά σε 1 ώρα και 30΄, στον Πωγωνίσκο σε 3 ώρες και στο Μπουραζάνι σε 2 ώρες και 30΄ περίπου. Στο Βασιλικό υπάρχει κοινοτικός ξενώνας.
Το Κεφαλόβρυσο, αποτελούσε βάση της διοικητικής διαιρέσεις του νόμου Καποδίστρια έδρα του δήμου Άνω Πωγωνίου και έδρα πολλών διοικητικών υπηρεσιών. Βρίσκεται σε υψόμετρο 650 μ. και είναι κτισμένο στις νότιες κλιτύες του όρους Νεμέρτσικα.
Το Κεφαλόβρυσο αποτελεί το οικονομικό κέντρο της περιοχής, καθώς διαθέτει εργοστάσιο μεταλλοτεχνίας, τη γνωστή ως «Μεταλλουργική Βιομηχανία» και πολλές κτηνοτροφικές μονάδες.
Από το Κεφαλόβρυσο ορειβατικές διαδρομές οδηγούν στο όρος Νεμέρτσικα, περνώντας από το Μπιτσικόπουλο (παλιό ερειπωμένο χωριό, καλοκαιρινό θέρετρο του Αλή Πασά) και καταλήγοντας στην κορυφή σε 4 ώρες περίπου.
Η Κάτω Μερόπη, βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μ. και απέχει 64 χμ. από τα Ιωάννινα. Στην περιοχή της Κάτω Μερόπης υπάρχει αρχαιολογικός χώρος, στη θέση Γκλάβα, όπου σώζονται κιβωτιόσχημοι τάφοι.
Αξιόλογα δείγματα αγροτικών κατασκευών θ’ ανακαλύψετε στο χωριό, όπως αλώνια, πέτρινες καλύβες και ερειπωμένα αρχοντικά σπίτια.
Επισκεφτείτε το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου ή μονή Φραστανών (1614). Το μοναστήρι βρίσκεται νότια σε λόφο με μοναδική θέα, περιβάλλεται από δάσος με αιωνόβιες βελανιδιές και απέχει 2 χμ. από το χωριό. Στο μοναστήρι, στις 29 Αυγούστου, γίνεται το ετήσιο πανηγύρι. Το καθολικό της μονής, σταυροειδής ναός με τρούλο, αποτελείται από πρόναο, κυρίως ναό και Ιερό Βήμα, όλα διακοσμημένα με ωραίες τοιχογραφίες.
Ξεχωρίζουν, ακόμη, η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (1586), η ξανακτισμένη εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1413) και πολλά ξωκλήσια, όπως της Αγίας Βαρβάρας, του Αγίου Νικολάου, της Μεταμόρφωσης, του Προφήτη Ηλία και των Ταξιαρχών. Το παλιό κτίριο του δημοτικού σχολείου φιλοξενεί τη λαογραφική συλλογή, που περιλαμβάνει 80 συνολικά εκθέματα, εργαλεία, αντικείμενα γεωργικής χρήσης καθώς και τοπικές ενδυμασίες.
Στο χωριό υπάρχει ο ξενώνας της αδελφότητας, όπου μπορείτε να διανυκτερεύσετε. Από την Κάτω Μερόπη, μονοπάτια οδηγούν στο Μπιτσικόπουλο μετά από 2 ώρες πορείας και στη Βήσσανη, μέσω του παλιού μονοπατιού, σε 4 ώρες περίπου.
Ο Παλαιόπυργος, σε υψόμετρο 800 μ. Επισκεφτείτε τους αρχαιολογικούς χώρους στις θέσεις Πλάσι και Παλιούρια, όπου ανακαλύφθηκαν δύο συνοικισμοί της πρώιμης εποχής του σιδήρου, το ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1862), καθώς και το γεφύρι Γκρέτση και τους νερόμυλους που βρίσκονται σε απόσταση 40΄ πεζοπορίας από τον οικισμό.
Από το χωριό, μονοπάτι οδηγεί στον Προφήτη Ηλία, στο Ξερόπλαγο, στο Μπιτσικόπουλο κι από ’κει στην κορυφή της Νεμέρτσικας (υψ. 2207 μ.), μετά από 4 ώρες πορείας περίπου.
Η Μερόπη (υψ. 860 μ.), που απέχει 64 χμ. από τα Ιωάννινα. Στη θέση «Ανεμόμυλος», υπάρχει αρχαιολογικός χώρος, που περιλαμβάνει οικισμό και νεκροταφείο του 11ου – 4ου αιώνα π.Χ.. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν το κτίριο του παλιού δημοτικού σχολείου, καθώς και η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Ο Κακόλακκος, που βρίσκεται σε υψόμετρο 960 μ. Σημαντική είναι η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, όπου σώζεται ξυλόγλυπτο τέμπλο, αφιέρωμα της οικογένειας Μάρκου Μπότσαρη.
Από το χωριό το παλιό μονοπάτι οδηγεί, μέσω του Αγίου Αθανασίου και του Προφήτη Ηλία, στους Δρυμάδες μετά από πορεία 2 ωρών. Ένα δύσβατο μονοπάτι ανηφορίζει πάνω από το χωριό και καταλήγει στο Μπιτσικόπουλο και στην κορυφή Νεμέρτσικα, μετά από 4 ώρες περίπου.
Το Δολό (υψ. 800 μ.), κτισμένο στα ριζά του Κουτσόκρανου, πάνω από τη χαράδρα του Κουβαρά. Το χωριό έχει να επιδείξει ενδιαφέροντα δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής κι έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός διατηρητέος οικισμός.
Επισκεφτείτε τον Άγιο Νικόλαο (1814) στην πλατεία του χωριού, τα ξωκλήσια του Αγίου Ιωάννη, του Αγίου Νικολάου και του Προφήτη Ηλία καθώς και το μύλο και τη γέφυρα της Νονούλως και τη γέφυρα Κουβαρά.
Από το Δολό μονοπάτια οδηγούν στην Πωγωνιανή σε 1 ώρα και 30΄, μέσω της χαράδρας του Κουβαρά και στον Άγιο Χριστόφορο σε 1 ώρα και 50΄ περίπου, όπου μετά τη λειτουργία, στις 9 Μαΐου, ανήμερα του Αγίου Χριστόφορου, οι κάτοικοι του χωριού με τη συνοδεία οργάνων πηγαίνουν στην εκκλησία του χωριού και ακολουθεί γλέντι. Στο χωριό υπάρχει η κατάλληλη υποδομή για διανυκτέρευση και φαγητό.
Οι Δρυμάδες (υψ. 1040 μ.), απλώνονται στις δυτικές απολήξεις της Νεμέρτσικας, απέχουν 7 χμ. από την Πωγωνιανή και 77 χμ. από τα Ιωάννινα. Σε μικρή απόσταση από το χωριό βρίσκεται ο μεθοριακός τελωνειακός σταθμός των Δρυμάδων.
Επισκεφτείτε τον Άγιο Νικόλαο (1773) στην πλατεία του χωριού, όπου στις 20 Ιουλίου γίνεται παραδοσιακό γλέντι, το οποίο συνεχίζεται και την επόμενη μέρα. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο νερόμυλος στο κάτω μέρος του χωριού και τα ξωκλήσια του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Αθανασίου, της Παναγίας και του Προφήτη Ηλία.
Από το χωριό μονοπάτια οδηγούν στο Μπιτσικόπουλο και στην κορυφή Νεμέρτσικα, σε 4 ώρες περίπου καθώς και στο Σταυροσκιάδι και στην Πωγωνιανή σε 3 ώρες περίπου. Η διαδρομή Δρυμάδες – Πωγωνιανή, πλούσια σε βλάστηση από βελανιδιές, προσφέρεται για ποδήλατο, λόγω των ομαλών κλίσεων που διαθέτει.
Το Σταυροσκιάδι (υψ. 920 μ.). Το χωριό είναι κτισμένο αμφιθεατρικά σε χαμηλό λόφο απέναντι από τον ορεινό όγκο της Νεμέρτσικας, με ανοιχτό ορίζοντα προς την κοιλάδα του Γόρμου και τα βουνά της Τύμφης.
Επισκεφτείτε την εκκλησία της Θεοτόκου (1814), το σύστημα των αλωνιών, το κτίριο του παλιού δημοτικού σχολείου και τα ξωκλήσια του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Δημητρίου, της Παναγιάς καθώς και της Αγίας Παρασκευής, όπου και γίνεται το ετήσιο πανηγύρι του χωριού.
Η Πωγωνιανή, βρίσκεται σε υψόμετρο 740 μ. και απέχει 67 χμ. από τα Ιωάννινα. Είναι έδρα της διευρυμένης κοινότητας Πωγωνιανής και αποτελεί σημαντικό οικιστικό κέντρο της περιοχής. Φιλοξενεί το κέντρο παιδικής μέριμνας, το δημοτικό σχολείο, το γυμνάσιο, τη μαθητική εστία και τις τεχνικές σχολές «Ιωάννης Λάτσης».
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν η παλιά αγορά, που βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (1875), τρίκλιτη βασιλική με 15 τρουλίσκους, οι οποίοι στηρίζονται στους εξωτερικούς τοίχους και σε δώδεκα κίονες, καθώς και το Σεράι του Μπέη, ο ναός της Αγίας Παρασκευής, η Παναγιά η Καρτερούσα, η Θεοτόκος, ο Αϊ-Λιας και ο Άγιος Αθανάσιος.
Επισκεφτείτε το Λαογραφικό Μουσείο της Πωγωνιανής, που στεγάζεται στο παλιό στρατιωτικό φυλάκιο. Στις συλλογές του περιλαμβάνονται αντιπροσωπευτικά εκθέματα της καθημερινής ζωής, γεωργικά εργαλεία, κεντήματα, στολές και ξυλόγλυπτα του 19ου αιώνα.
Από την Πωγωνιανή μονοπάτια οδηγούν στο Δολό σε 1 ώρα και 30΄, μέσω της Θεοτόκου και στους Ποντικάτες σε 2 ώρες και 30΄ περίπου.
Το Δελβινάκι (υψ. 700 μ.), το οποίο αποτελεί ιστορικό και πολιτιστικό κέντρο του Πωγωνίου και έδρα του δήμου Δελβινακίου, όπου φιλοξενούνται πολλές δημόσιες υπηρεσίες. Παλιά πετρόκτιστα σπίτια κοσμούν το Δελβινάκι, όπως το αρρεναγωγείο, το παρθεναγωγείο, το δημοτικό σχολείο, το ρολόι και τα πηγάδια. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δύο μοναστήρια που βρίσκονται στον οικισμό.
Η μονή του Αγίου Αθανασίου, που ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα και από το 1790 είναι ενοριακός ναός του Δελβινακίου και η μονή του Προφήτη Ηλία, που βρίσκεται στην κορυφή του ομώνυμου λόφου και σήμερα σώζεται μόνο το καθολικό της. Αξιόλογος είναι ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1620). Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν αξιόλογες τοιχογραφίες και φορητές εικόνες, που χρονολογούνται από το 1620 καθώς και ευαγγέλια και ιερά σκεύη της ευρύτερης περιοχής. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ναοί των Αγίων Θεοδώρων, του Αγίου Ιωάννη και των Ταξιαρχών, που χρονολογούνται από τον 17ο αιώνα. Στο λόφο του Αγίου Ιωάννη σώζονται ερείπια αρχαίας ακρόπολης.
Επισκεφτείτε τη δημοτική πινακοθήκη, όπου εκτίθενται 20 πίνακες του Γεωργίου Δουρδούφη και φωτογραφίες ευεργετών και δωρητών. Το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου, στο δήμο Δελβινακίου, πραγματοποιείται παρουσίαση πολυφωνικών συγκροτημάτων από διάφορες χώρες με παράδοση στο πολυφωνικό τραγούδι.
Από το Δελβινάκι δύσβατα μονοπάτια οδηγούν στο Δολό, μετά από πορεία 3 ωρών, στο γειτονικό φαράγγι σε 1 ώρα περίπου και στον Παλαιόπυργο σε 4 ώρες. Στο Δελβινάκι υπάρχει η κατάλληλη υποδομή για να διανυκτερεύσετε και για ν’ απολαύσετε καλό φαγητό. Αφήνοντας το Δελβινάκι ακολουθείτε το δρόμο που σας οδηγεί στο ιστορικό χάνι Δελβινάκι. Περνάτε από τη λίμνη Ζαραβίνα, πραγματική όαση περιστοιχισμένη από καλαμώνες και τόπος φιλοξενίας πλήθους πουλιών και κατευθύνεστε προς τον οικισμό της Λίμνης, που βρίσκεται σε υψόμετρο 580 μ. και απέχει 41 χμ . από τα Ιωάννινα. Κοντά στη γέφυρα του Γόρμου, στην περιοχή Αγιοί, βρίσκονται τα παλιά ασκηταριά στις βραχώδεις πλαγιές του ποταμού. Μέσα σ’ ένα πυκνό δάσος από βελανιδιές και σφεντάμια και σε απόσταση 2 χμ. από τη Λίμνη βρίσκεται η μονή Αλέξανδρος ή Ζαραβίνας. Η μονή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και ιδρύθηκε κατά τον 13ο αιώνα. Η ονομασία «Αλέξανδρος» κατά την παράδοση οφείλεται στ’ όνομα παλιότερου ηγούμενου του μοναστηριού. Από το παλιό μοναστήρι σώζονται το καθολικό του, ένα πηγάδι και τα ερείπια των κελιών του, στη νότια πλευρά. Στο καθολικό σώζονται αξιόλογες αλλά όχι καλά διατηρημένες αγιογραφίες.
Η Βήσσανη (υψ. 750 μ.), που απέχει 54 χμ .από τα Ιωάννινα. Η Βήσσανη κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας αποτελούσε πολιτιστική πρωτεύουσα της περιοχής του Πωγωνίου. Αξιόλογα δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής διασώζονται στον οικισμό, όπως το Παρθεναγωγείο που κτίστηκε το 1873, το Αρρεναγωγείο, έργο του αρχιτέκτονα Καζαμία (1890), η βιβλιοθήκη που ιδρύθηκε το 1899, τα δέκα πέτρινα πηγάδια και ο Άγιος Νικόλαος (1791).
Στα δεξιά του δρόμου, που οδηγεί στον Άγιο Κοσμά, σ’ ένα λόφο κατάφυτο από βελανιδιές, βρίσκεται η παλιά και ερειπωμένη μονή Γιουρχάν, που πάνω στα ερείπιά της είναι κτισμένη η εκκλησία της Παναγίας (1736). Διακόσια μέτρα πάνω από την Παναγιά είναι κτισμένη η μονή Αβέλ, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου (1770). Σήμερα σώζεται το καθολικό της μονής, μονόκλιτη βασιλική με τρούλο, με σπουδαίες τοιχογραφίες. Από τις 14 έως τις 16 Αυγούστου, γίνεται παραδοσιακό πανηγύρι στην πλατεία του χωριού.
Από τη Βήσσανη μονοπάτια οδηγούν στο Δελβινάκι, μετά από 2 ώρες πορείας και από τη θέση «Αγιοί» δύσβατο μονοπάτι οδηγεί στη χαράδρα του Γόρμου. Στη Βήσσανη υπάρχει η κατάλληλη υποδομή για να διανυκτερεύσετε και ν’ απολαύσετε εξαιρετικό φαγητό.
Ο Άγιο Κοσμά (υψ. 630 μ.), που απέχει 64 χμ. από τα Ιωάννινα. Πρόκειται για μικρό χωριό, κατάφυτο από βελανιδιές κι αν τύχει να βρεθείτε στο χωριό στις 20 Μαΐου, το βράδυ, στην πλατεία του χωριού, μπορείτε να γλεντήσετε στο πανηγύρι.
Ο Ωραιόκαστρο (υψ. 550 μ.), κτισμένο πάνω από τις πηγές του Γόρμου. Στο λόφο, απέναντι από το χωριό, σώζονται ερείπια αρχαίας ακρόπολης. Επισκεφτείτε το γεφύρι και το νερόμυλο του χωριού καθώς και τον καταρράκτη στη θέση Δέση.
Από το Ωραιόκαστρο μονοπάτι οδηγεί στη Βήσσανη, μετά από 3 ώρες περίπου. Η διαδρομή προσφέρεται και για ποδηλασία.
Η Ρουψιά (υψ. 550 μ.), ξεχωρίζει για την εκκλησία της Θεοτόκου με το υπέροχο ξυλόγλυπτο τέμπλο καθώς και πολλά πετρόκτιστα σπίτια με στοιχεία λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Από το χωριό μονοπάτια οδηγούν στον Άγιο Κοσμά σε 30΄, στο Γόρμο σε 1 ώρα και στη Βήσσανη σε 3 ώρες περίπου. Στη Ρουψιά υπάρχει κοινοτικός ξενώνας.
Οι Ποντικάτες (υψ. 700 μ.), που απέχουν 71 χμ. από τα Ιωάννινα. Οι Ποντικάτες υπήρξαν σημαντικός σταθμός στο ορεινό πέρασμα προς Πωγώνι – Ξηρόβαλτο – Ορεινό και Άγιους Σαράντα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν το κτίριο του παλιού δημοτικού σχολείου, τα πηγάδια και η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στον περίβολο της οποίας γίνεται τον Δεκαπενταύγουστο διήμερο γλέντι με παραδοσιακά φαγητά.
Από τους Ποντικάτες μονοπάτια οδηγούν στην κορυφή του Μακρύκαμπου (υψ. 1672 μ.), μετά από πορεία 2 ωρών και 30΄ επίπονης ανηφόρας καθώς και στο χωριό Τεριάχι, νότια σε μια διαδρομή που περνά από το δάσος της Μπούνας σε 2 ώρες περίπου.
Το Ξηρόβαλτο (υψ. 760 μ.) και το Ορεινό (840 μ.), δύο ιστορικά χωριά, που συνδέονται με τον κάμπο του Ξηρόβαλτου, το παλιό «Ντερβένι», το χάνι και το πέρασμα προς την Αλβανία από το φυλάκιο Σκίπι.
Μια ξεχωριστή ορειβατική διαδρομή αρχίζει από το Ορεινό, περνά στο Ξηρόβαλτο, στους Ποντικάτες και καταλήγει στην Πωγωνιανή σε 5 ώρες περίπου. Από το Ορεινό μονοπάτι οδηγεί στο Μπουράτο (υψ. 1488 μ.), στην άκρη της μεθορίου με την Αλβανία, σε 1 ώρα και 30΄ περίπου.
Το Αργυροχώρι (υψ. 520 μ.), που απέχει 68 χμ. από τα Ιωάννινα. Αξιόλογα είναι ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής, όπου γίνεται και το ετήσιο πανηγύρι καθώς και τα ξωκλήσια της Αγίας Παρασκευής, της Παναγίας και του Αγίου Στεφάνου.
Από το Αργυροχώρι μονοπάτι οδηγεί στη Χρυσόδουλη, το Μαυρόπουλο και το Ζάβροχο σε 2 ώρες και 30΄ περίπου. Η διαδρομή από τον ασφαλτόδρομο, που συνδέει τα τέσσερα χωριά, είναι ιδανική για ποδήλατο.
Η Χρυσόδουλη (υψ. 520 μ.). Ανατολικά του ποταμού Δρίνου και λίγο πιο κάτω βρίσκεται το Μαυρόπουλο (υψ. 600 μ.), απ’ όπου μπορείτε να ξεκινήσετε μικρές πεζοπορικές διαδρομές προς τον ποταμό Δρίνο και το Θεογέφυρο.
Το Τεριάχι (υψ. 650 μ.), το οποίο έχει να επιδείξει ενδιαφέροντα δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής κι έχει χαρακτηριστεί ως παραδοσιακός οικισμός. Στην κορυφή ενός δασωμένου λόφου (υψ. 778 μ.), ανατολικά του χωριού και σε απόσταση 30΄ από τον δρόμο, σ’ ένα φαρδύ μονοπάτι που περνά μέσα από φράξους, σφεντάμια και γάβρους, βρίσκεται η μονή του Προφήτη Ηλία Τεριαχίου (1798).
Από το παλιό μοναστήρι σήμερα σώζονται το καθολικό της μονής, με ενδιαφέρουσες φορητές εικόνες και περίτεχνο χρυσοποίκιλτο ευαγγέλιο καθώς και τα ερείπια ενός κελιού, νοτιοανατολικά της εκκλησίας. Το μοναστήρι γιορτάζει στις 20 Ιουλίου και το γλέντι συνεχίζεται με παραδοσιακά φαγητά στον περίβολο της εκκλησίας των Ταξιαρχών. Μια ενδιαφέρουσα πεζοπορική διαδρομή οδηγεί από το Τεριάχι στους Ποντικάτες, μέσα από το δάσος Μπούνας, σε 2 ώρες.
Το Σταυροδρόμι (υψ. 800 μ.) στην κεντρική πλατεία του οποίου βρίσκεται ένα από τα παλιότερα μοναστήρια της Ηπείρου, η μονή του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου ή Βομπλού.
Η μονή ιδρύθηκε το 1280 και προφανώς επισκευάστηκε κατά τους μετέπειτα χρόνους, ίσως το 1677. Σήμερα από τη μονή σώζονται το καθολικό, σταυρεπίστεγη βασιλική με ελάχιστες αγιογραφίες και το παλιό πηγάδι της. Η μονή περιβάλλεται από ψηλά τείχη και γέρικες βελανιδιές, όπου κάθε χρόνο στις 24 Ιουνίου γίνεται παραδοσιακό τραπέζι και ακολουθεί γλέντι στην κεντρική πλατεία. Η διαδρομή Μαυρόπουλο – Τεριάχι – Σταυροδρόμι – Στοιχειόδεντρα, είναι ιδανική για ποδηλασία.
Το Ζάβροχο (υψ. 500 μ.). Στο χωριό υπάρχει λαογραφική συλλογή, που στεγάζεται στο παλιό δημοτικό σχολείο και περιλαμβάνει 160 εκθέματα, όπως εργαλεία, αντικείμενα γεωργοκτηνοτροφικής χρήσης, τοπικές ενδυμασίες καθώς και εκθέματα που αφορούν τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, όπου γίνεται και παραδοσιακό γλέντι τη δεύτερη μέρα του Πάσχα καθώς και τα ξωκλήσια της Αγίας Μαρίνας, του Σωτήρος και της Αγίας Αναστασίας, όπου έχουν εντοπιστεί οικοδομικά λείψανα και ευρήματα των ρωμαϊκών χρόνων.
Από το Ζάβροχο μονοπάτι οδηγεί στο σταυροδρόμι σε 1 ώρα περίπου. Μετά το Ζάβροχο προς τα Κτίσματα, θα συναντήσετε τους καταρράκτες Ρογοζίου και το Θεογέφυρο.
Τα Κτίσματα (υψ. 420 μ.), απλωμένα σε μια ξεχωριστή τοποθεσία πάνω από τον ποταμό Δρίνο, κοντά στο τελωνείο της Κακαβιάς, που αποτελεί την κύρια πύλη διέλευσης προς την Αλβανία. Στη θέση «Μαγούλα» έχουν ανακαλυφθεί αρχαίοι τάφοι αγνώστου χρονολόγησης.
Στην περιοχή αυτή, κατά τον Hammond, υπήρχε η αρχαία πόλη Αντιτάνεια. Στο βόρειο άκρο του χωριού, πίσω από το δημοτικό σχολείο, υπάρχουν ίχνη θεμελίων. Στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου υπάρχει οχυρωμένη ακρόπολη, όπου στη βόρεια πλευρά της ανακαλύφθηκαν θεμέλια μεγάλου ελληνιστικού οικοδομήματος.
Η Χαραυγή (υψ. 540 μ.), που απέχει 66 χμ. από τα Ιωάννινα. Η Χαραυγή είναι κτισμένη στις πλαγιές ενός καταπράσινου λόφου πάνω από τον ποταμό Γυφτοπόταμο. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκκλησίες καθώς και το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, όπου κάθε χρόνο στις 20 Ιουλίου, γίνεται το ετήσιο πανηγύρι με τριήμερο γλέντι και κοινό τραπέζι στην πλατεία του χωριού.
Η Καστανή (υψ. 480 μ.), που απέχει 68 χμ. από τα Ιωάννινα. Το χωριό είναι κτισμένο σε μια καταπράσινη ράχη, κατάφυτη από βελανιδιές πάνω στη μεθόριο με την Αλβανία.
Επισκεφτείτε την κεντρική εκκλησία της Αγίας Τριάδας, όπου τον Δεκαπενταύγουστο πραγματοποιείται γλέντι με παραδοσιακά φαγητά καθώς και τα ξωκλήσια του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Αθανασίου, της Παναγιάς και της Παναγοπούλας.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Στο μουσείο εκτίθενται βαλσαμωμένα πτηνά, ερπετά και διάφορα θηλαστικά, όπως αλεπούδες, λύκοι, κουνάβια και ενυδρίδες.
Η Αγία Μαρίνα (υψ. 650 μ.) και η Κάτω Λάβδανη (υψ. 470 μ.). Τα δύο χωριά είναι κτισμένα πάνω από το Κουσοβίτικο ρέμα.
Μεταξύ των δύο χωριών, σε υψόμετρο 1100 μ., στους πρόποδες της ανατολικής πλαγιάς της Μουργκάνας, βρίσκεται η μονή Μακραλέξη. Το μοναστήρι είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και κτίστηκε το 1585 στη θέση παλιότερης μονής του 1068. Σήμερα σώζεται το καθολικό της μονής, που αποτελείται από εξωνάρθηκα, νάρθηκα, κυρίως ναό και Ιερό Βήμα, έχει οκτάπλευρο τρούλο και είναι κατάγραφο από αξιόλογες αλλά κατεστραμμένες αγιογραφίες του 1599. Δύο εικόνες του μοναστηριού, που φέρουν χρονολογία 1593, βρίσκονται στο Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων.
Στη βορειοανατολική γωνιά του σώζεται τμήμα κελιών. Η μονή γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, στον περίβολο της οποίας πραγματοποιείται γλέντι με τη συνοδεία μουσικής.
Στο μοναστήρι οδηγεί χωματόδρομος από την Κάτω Λάβδανη, καθώς και μονοπάτια από την Αγία Μαρίνα σε 1 ώρα και την Κάτω Λάβδανη μετά από 1 ώρα και 30΄ πορείας. Μοναδικό έργο λαϊκής αρχιτεκτονικής είναι το διπλό γεφύρι στην Κάτω Λάβδανη.
Το Βρίστοβο (υψ. 620 μ.), που βρίσκεται στις δυτικές απολήξεις του όρους Κασιδιάρη. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν το πέτρινο γεφύρι του Αγίου Νικολάου στον Γυφτοπόταμο και η εκκλησία της Παναγιάς, όπου και γίνεται το ετήσιο πανηγύρι, στις 15 Αυγούστου, με τη συμμετοχή του χορευτικού συγκροτήματος του χωριού, με τις παραδοσιακές στολές. Στο χωριό υπάρχει και ο ξενώνας της αδελφότητας, που χρησιμοποιείται περιστασιακά για διανυκτέρευση.
Η Λάβδανη (υψ. 700 μ.), που είναι έδρα της διευρυμένης κοινότητας Λάβδανης και απέχει 44 χμ. από τα Ιωάννινα. Επισκεφτείτε το πετρόκτιστο κτίριο του πνευματικού κέντρου και την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, όπου στις 24 Αυγούστου (Κοσμά του Αιτωλού) γίνεται γλέντι με παραδοσιακά φαγητά, που μαγειρεύονται από τους κατοίκους του χωριού σε μεγάλα καζάνια.
Από τη Λάβδανη περνά το «μονοπάτι του λαδιού», όπου έμποροι από τους Φιλιάτες μετέφεραν λάδι για πώληση στα χωριά, περνώντας από τη Λάβδανη στον Κασιδιάρη και κατέληγαν στον Παρακάλαμο, μετά από 2 μέρες.
Τα μικρά χωριά Δημοκόρη (υψ. 600 μ.) και Ψηλόκαστρο (υψ. 570 μ.), βρίσκονται κτισμένα στις δυτικές απολήξεις του όρους Κασιδιάρη, πάνω από τον ποταμό Γυφτοπόταμο .
Η Στρατίνιτσα (υψ. 600 μ.). Εδώ βρίσκεται το λαογραφικό μουσείο, με εκθέματα που αναφέρονται στα τελευταία εκατό χρόνια. Η συλλογή περιλαμβάνει γεωργικά εργαλεία, οικιακά σκεύη, παραδοσιακές ενδυμασίες και κοσμήματα.
Οι ενδυμασίες προέρχονται απ’ όλο το χώρο της Ηπείρου. Από τη Στρατίνιτσα μονοπάτι οδηγεί στην κορυφή Προφήτης Ηλίας (υψ. 1314 μ.), του Κασιδιάρη και στο παλιό Μαυρονόρος, μετά από πορεία 3 ωρών και 30΄.
Το Περιστέρι (υψ. 570 μ.). Στο νοτιοδυτικό άκρο του χωριού βρίσκεται η μονή Μέγγουλης, αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου. Η μονή κτίστηκε το 1588, όπως αναφέρει εντοιχισμένη επιγραφή στη βόρεια πλευρά του ναού.
Από τη μονή σήμερα σώζεται το καθολικό της, εγγεγραμμένος σταυροειδής ναός, με τρούλο που στηρίζεται σε 4 κίονες και κτίστηκε σε τρεις φάσεις. Στο νάρθηκα της εκκλησίας είναι ενσωματωμένο καμπαναριό, που κτίστηκε το 1831.
Από το Περιστέρι μονοπάτι οδηγεί στους λάκκους Ζεύλιακα και Μουντζούρα και από ’κει στα Κτίσματα, μετά από πορεία 2 ωρών περίπου.
Το Κεράσοβο (υψ. 740 μ.), που απέχει 55 χμ. από τα Ιωάννινα. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου γίνεται το ετήσιο πανηγύρι του χωριού καθώς και το ξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου.
Από το Περιστέρι μονοπάτι οδηγεί στην κορυφή Τούρλα (υψ. 1129 μ.) και στο Κρυονέρι, μετά από πορεία 1 ώρας περίπου. Η επιστροφή στα Γιάννενα γίνεται από το χάνι Δελβινάκι.
ΑΝΩ ΚΑΛΑΜΑΣ
Αρετή (Γκρίμπιανη)
Αρετή βρίσκεται κτισμένη μεταξύ των λόφων Σιάστη και Λεπροβουνίου σε υψ.410μ, σε ένα ειδυλλιακό τοπίο στην άκρη του κάμπου και απέχει από τον Παρακάλαμο 3 χιλιόμετρα. Ο πληθυσμός με την απογραφή του 2001 φτάνει τους 132 κατοίκους.
Το παλαιότερο όνομα του χωριού (Γκρίμπιανη) προέρχεται από τη σλαβική λέξη «greben», που σημαίνει απόκρημνος τόπος, βραχώδης .
Το παλιό χωριό Παλιογκρίμπιανη, που βρισκόταν στο βουνό Κασιδιάρης, θεωρείται από τους αρχαιότερους οικισμούς της επαρχίας, ενώ το αρχαίο κάστρο της, που χρησιμοποιήθηκε και το Μεσαίωνα, μνημονεύεται από το 1389 στο Χρονικό των Ιωαννίνων.
Τα αρχαία ερείπια που βρίσκονται κοντά στο χωριό, ταυτίζει ο Αραβαντινός με την αρχαία Μολοσσική πόλη της Ηπείρου Τράμπυα ή Τράμπυλα. Την πόλη αυτή μαζί με άλλες 69, κατέστρεψε στα 168.μ.χ., ο ύπατος αρμοστής της Ρώμης Αιμίλιος Παύλος. Σήμερα διακρίνονται λείψανα από το αρχαίο κάστρο που προστάτευε την πόλη.
Το νέο χωριό που μετονομάστηκε το 1955 από Γκρίμπιανη, Αρετή. Μεταφέρθηκε στον κάμπο στη θέση που είναι σήμερα, κοντά στον Καλαμά, περί το 1885 όπου υπήρχαν τα Καλύβια της Γκρίμπιανης και οι κάτοικοι είχαν εδώ τα κτήματα τους, με διαταγή του Αχμέτ Εγιούπ Πασά των Ιωαννίνων, του οποίου ήταν ιδιοκτησία στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας.
Στη διάρκεια της απόλυτης κυριαρχίας του Αλή πασά στην περιοχή, η Γκρίμπιανη έγινε τσιφλίκι του και ύστερα από το θάνατό του «Ιμλιάκι» δηλαδή δημόσιο.
Στην Παλιογκρίμπιανη θα θαυμάσετε την Παναγία Σπηλιώτισσα.
Η εικόνα της Παναγίας της Σπηλιώτισσας είναι εξαιρετικής Βυζαντινής τεχνοτροπίας κατά την παράδοση, βρέθηκε κατά θαυματουργό τρόπο στην απέναντι από το σημερινό παρεκκλήσιο της Παναγιάς, χαράδρα, όπου ένας βοσκός κάθε βράδυ έβλεπε να καίει ένα καντήλι. Κάπου εκεί οι κάτοικοι του χωριού έστησαν το προσκύνημα της Παναγίας, σε μια σπηλιά και αργότερα μεγάλωσαν το χώρο προς τα έξω και πήρε τη σημερινή μορφή ενός μικρού παρεκκλησίου. Το εκκλησάκι πανηγυρίζει στις Ζωοδόχου Πηγής ένα προσκύνημα που κρατάει πολλές δεκαετίες και συνεχίζεται αδιάκοπα μέχρι σήμερα. Όπως αναφέρεται στην δήλωση των μουχταροδημογερόντων του 1865 στην Παλιογκρίμπιανη λειτουργούσε ανεμόμυλος στην ομώνυμη θέση.
Στο παλιό χωριό βρίσκεται και ο Άγιος Νικόλαος καθώς και η πέτρινη βρύση που είναι κτισμένη σε μαγευτική τοποθεσία.
Στην Αρετή θα θαυμάσετε την εκκλησία της Παναγιάς όπου φυλάσσεται και η εικόνα της Παναγίας Σπηλιώτισσας, με την ωραία πλακόστρωτη αυλή της και τα δυο καμπαναριά.
Έξω από το χωριό θα συναντήσετε το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Μάρκου, στο δρόμο που πέρναγε το παλιό Ντερβένι, πάνω από τις καταστραμμένες σήμερα μικρές γέφυρες, καθώς και το εκκλησάκι του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Στον λόφο Λεπροβούνι σώζονται λείψανα αρχαίας ακρόπολης και πολλά ορύγματα και πολυβολεία από την εποχή του Ελληνοιταλικού πολέμου.
Στην Αρετή υπάρχει το φιλόξενο καφενείο –ψησταριά όπου μπορείτε να απολαύσετε εκλεκτά μεζεδάκια και γνήσιο τσίπουρο.
Το χωριό πανηγυρίζει στις 24 Αυγούστου.
Βροντισμένη
Κτισμένη στην ηλιόλουστη ανατολική πλευρά της πεδιάδας Άνω Καλαμά, κάτω από την κορυφή Τσούκα, βρίσκεται η Βροντισμένη σε υψόμετρο 420 μ και απέχει από τα Ιωάννινα, 42 χιλιόμετρα.
Κατά την απογραφή του 2000 το χωριό κατέγραψε 201 κατοίκους ενώ πολλοί οι απόδημοι που βρίσκονται στην Αθήνα, τα Ιωάννινα και το εξωτερικό.
Παλαιότερα υπήρχε χωριό (Παλιοχώρι) κτισμένο στη θέση “Αι – Γιώργης” όπου υπάρχει εξωκλήσι και πολλά ερείπια .Το παλιό χωριό καταστράφηκε ολοσχερώς το1830, άγνωστο από ποια αιτία πιθανότατα από επιδημία πανούκλας. Μνημονεύεται στο βιβλίο προσκομιδής της Μονής Σωσίνου. Πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο κατέγραφε από το 1742 μέχρι το 1838 τις ποσότητες προϊόντων που παρέδιδαν κάθε χρόνο στο μοναστήρι τα γύρω χωριά με βάση τη συγκομιδή τους.
Το χωριό στη σημερινή του θέση, βρίσκεται από το 1864. Υπήρχε παλιό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου (η κεντρική του εκκλησία κτισμένη περί τον 17ο αι., καμένη από τους Τούρκους το 1913, σώζεται ανακαινισμένη μέχρι σήμερα). Την ίδια εποχή εγκαθίστανται στο χωριό εξόριστοι κάτοικοι από τα χωριά της επαρχίας Φιλιατών, που επαναστάτησαν κατά των τοπικών τούρκων αφεντάδων.
Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν πολλές εκδοχές. Κατ’ άλλους λόγω της καταστροφής του παλιού χωριού από βροντή, κατ’ άλλους επειδή εκεί, λόγω θέσης, βροντούσε κατά καιρούς το τουφέκι, κ.λ.π.
Στην κορυφή Τσούκα ανατολικά του χωριού, σώζεται το Καστρί που περιβάλλεται από Πελασγικά τείχη. Εικάζεται ότι στο Καστρί υπήρχε μια από τις πόλεις που κατεστράφησαν στα 168μ.χ., από τον ύπατο αρμοστή της Ρώμης Αιμίλιο Παύλο.
Στην περιοχή του χωριού σώζονται μέχρι σήμερα πολλά χαρακώματα, κυρίως από την πολεμική περίοδο του 1940, εκεί δε δόθηκαν κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και συγκεκριμένα τη χρονική περίοδο 2 – 8 Νοεμβρίου 1940 πολλές μάχες, λίαν αποφασιστικής σημασίας για την όλη έκβαση του αγώνα, καθότι αποτελεσματικότατα αναχαιτίστηκαν οι δυνάμεις των Ιταλών εισβολέων.
Το χωριό διαθέτει λίγες καλλιεργήσιμες εκτάσεις (500 στρέμματα περίπου ποτιστικά και 1000 στρέμματα ξηρικά-δασική έκταση και βουνό), πράγμα το οποίο αποτελεί και το βασικότερο λόγο μετανάστευσης των κατοίκων, για αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Στο κέντρο του χωριού και στην κορυφή του λόφου, δεσπόζει το πολύ όμορφο πέτρινο Σχολείο, δυστυχώς κλειστό από τα μέσα της δεκαετίας του `80 ενώ, ενδιαφέρον παρουσιάζει το παλιό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής που βρίσκεται βόρεια του οικισμού, απέναντι από την πέτρινη βρυσούλα και την σύγχρονη ομώνυμη εκκλησία.
Στο χωριό δραστηριοποιείται και ο Σύλλογος προστασίας περιβάλλοντος Βροντισμένης.
Κάθε χρόνο και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, οργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις, με κυριότερη τη γιορτή καραβίδας, κατά την οποία πολλά άτομα επισκέπτονται το χωριό για να γευθούν τις ωραίες καραβίδες και να γλεντήσουν με γνωστά συγκροτήματα δημοτικής μουσικής.
Στο χωριό υπάρχει παραδοσιακό καφενείο που προσφέρει τοπικό τσίπουρο και κρασί. Το ετήσιο πανηγύρι διοργανώνετε της Αγ. Παρασκευής.
Ιερομνήμη (Γερομνήμη)
Κτισμένη στης παρυφές του Κασιδιάρη σε υψόμετρο 460 μ., ανάμεσα από τρεις λόφους κατάφυτους με πουρνάρια, κέδρα, έλατα και δρυς, βρίσκεται η Ιερόμνημη, που απέχει 40 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα και κατά την απογραφή του 2001 κατέγραψε 215 κατοίκους.
Η Ιερόμνημη είναι το νοτιότερο Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου, ένα από τα ιστορικά χωριά της περιοχής με μεγάλη συνεισφορά στους αγώνες του έθνους, πατρίδα του καπετάνιου Σπύρου Μήτση-Κρομμύδα (1868-1922).
Χωριό μεγάλο και πλούσιο, ένα από τα κρομμυδοχώρια, όπως και τα γειτονικά χωριά που παλιότερα παρήγαγαν κροκάρι και εκλεκτό καλαμπόκι στον εύφορο κάμπο τους.
Το χωριό αναπτύσσεται σε μια ωραία τοποθεσία και διαθέτει αξιόλογα διώροφα πέτρινα σπίτια, δείγματα της παλαιότερης αρχιτεκτονικής, που αποδεικνύουν και την προκοπή των κατοίκων του.
Στο λόφο Στσέλυμς (Γυμνόλοφος 812 μ.), που βρίσκεται στο βουνό αριστερά από το χωριό, υπάρχουν ερείπια από αρχαίο κάστρο της πόλης Έλυμα, όπως ισχυρίζονται πολλοί ερευνητές μια πόλη που κατέστρεψε ο Αιμίλιος Παύλος το 168μ.χ.
Η ίδρυση του οικισμού κατά την παράδοση ανάγεται στον 14° μ. Χ. αιώνα και οφείλει το όνομά της στη γνωστή οικογένεια των Ιερομνημόνων των Ιωαννίνων, η οποία υπήρξε κατ’ άλλους ιδρυτής, ιδιοκτήτης ή τιμαριούχος της περιοχής . Αναφέρεται δε σαν κεφαλοχώρι από πολλούς ιστορικούς, κατά τον 18ο και 19ο αιώνα.
Από την Ιερόμνημη πηγάζουν δυο σημαντικές πηγές, που με τα νερά τους πότιζαν τον κά¬μπο. Ο Νήστικος γεμάτος σκιερά πλατάνια που δεν άφηνε νηστικούς τους κατοίκους και η Νεροτριβιά που από το όνομα της δείχνει ότι εκεί λειτουργούσε πριν δυο αιώνες νεροτριβή. Με τα νερά του Νήστικου λειτουργεί ο νερόμυλος του χωριού κτίσμα του 19ου αιώνα και το 1945 λειτούργησε το μοναδικό στην περιοχή υδροηλεκτρικό εργο¬στάσιο για τις ανάγκες του χωριού. Εκεί υπάρχουν και δυο μικρά γεφύρια. Το συ¬γκρότημα (μύλος – νεροτριβή – μαντάνια ) και τα γεφύρια χαρακτηρίστηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού, ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
Ιδιαίτερες είναι οι εκκλησίες της περιοχής : η κεντρική Αγία Τριάδα τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα ανακαινισμένη το 1770, η εκκλησία της Κοιμήσεως της Παναγίας (Κακαβίτσα) παλιό μοναστήρι χτισμένη τον 17ο αιώνα , ο Αγ. Γεώργιος κτισμένος το 1880, η Αγ. Μαρίνα και ο Αγ. Δημήτριος.
Στην περιπλάνηση σας στο χωριό, θα ανακαλύψετε εντυπωσιακά στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής όπως το παλιό καφενείο, τις λαξευμένες πέτρινες γωνίες, τις αρχοντικές αυλόπορτες, τους μαντρότοιχους από ξηρολιθιά και προπαντός τα αρχοντικά σπίτια του.
Επισκεφτείτε το κοινοτικό παραδοσιακό καφενείο του χωρίου και απολαύστε το τοπικό τσίπουρο. Εάν βρεθείτε του Αγ. Πνεύματος στην κεντρική εκκλησία του χωριού, θα απολαύσετε πρόβειο γιαχνί και κοφτό πλιγούρι.
Άλλες εκδηλώσεις γίνονται τις αποκριές (Πράντζα) όπου ανάβουν φωτιές με τούφες από πουρνάρια και κέδρα, και της 17 Αυγούστου όπου γίνεται η συνεστίαση της Αδελφότητας, με παραδοσιακό φαγητό.
Καταρράκτης (Γλύζιανη)
Ο Καταρράκτης βρίσκεται κτισμένος πάνω από την ομώνυμη χαράδρα και το ονομαστό Ουρανογέφυρο σε υψόμετρο 445μ., σε μια μαγευτική τοποθεσία που περιβάλλεται από πυκνή βλάστηση και προσφέρεται σαν προορισμός για τουρισμό και δράσεις περιπέτειας.
Κατά την απογραφή του 2001 το χωριό κατέγραψε 88 κατοίκους, αλλά στην πραγματικότητα οι μόνιμοι κάτοικοι είναι λιγότεροι, κατεξοχήν συνταξιούχοι και ελάχιστοι κτηνοτρόφοι.
Η παλαιά του ονομασία του χωριού Γλύζιανη, σημαίνει κατά μια εκδοχή τόπος γλιστερός και αυτό γιατί το χωριό βρίσκεται κτισμένο σε λόφο με απότομες κλίσεις σε ορισμένα σημεία του.
Η αρχική θέση του χωριού, κατά την παράδοση, βρισκόταν στην περιοχή που οι ντόπιοι ονομάζουν πεταλούδες, στην άλλη άκρη του Καλαμά κοντά στην εκκλησία των Ταξιαρχών και στον μεγάλο δρόμο Ιωαννίνων – Αργυροκάστρου. Με το χρόνο λόγω πιθανότατα κάποιας λοιμώδους αρρώστιας, σημειώθηκε μετεγκατάσταση του πληθυσμού στη σημερινή του θέση.
Πήρε το όνομα Καταρράκτης από τον μεγάλο καταρράκτη που υπήρχε στον ποταμό Καλαμά ο οποίος καταστράφηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 1895, μετά από μια κατακλυσμιαία βροχή η οποία πλημμύρισε τον κάμπο της Βελλάς.
Για τον καταρράκτη αυτόν, το ύψος του οποίου φτάνει τα 30 μέτρα, έχουν γράψει οι πιο σημαντικοί ιστορικοί και περιηγητές. Ανάμεσα τους ο λόρδος Βύρων, ο Πουκεβίλ, ο Ληκ, ο Αραβαντινός, κ.α. Ο Καταρράκτης θεωρείται από τα αρχαιότερα χωριά του νομού και ταυτίζεται με το αναφερόμενο στο χρυσόβουλο του Ανδρόνικου Β’ του Παλαιολόγου που συντάχθηκε στα 1319 με το χωριό Γλοξίανη που ανήκε σε Γιαννιώτη άρχοντα Καστρινό και διασφαλίζεται στο όνομα του να κατέχει δηλαδή ανενόχλητα όσα και κατείχε. Πρόκειται ουσιαστικά για μια διασφάλιση που παρέχει ο Ανδρόνικος προς τον Γιαννιώτη ιδιοκτήτη του χωριού.
Το 1854 κατά τη γνωστή επανάσταση του Γρίβα, το χωριό κάηκε από τους Αρβανίτες του δερβέναγα Σουλεημάν Ταχήρι. Το 1866 φέρεται ως ιδιοκτησία της Χαϊρής που ήταν στο χαρέμι του Σαντήκμπεη Τατάραγα.
Αξιόλογες είναι οι εκκλησίες του Αγίου Παντελεήμονος, του Ταξιάρχη, της Αγίας Παρασκευής (1549) που κατά την παράδοση υπήρξε μοναστήρι και κάηκε τρεις φορές από τους τούρκους και του Αγίου Γεωργίου (1870).
Ξεχωριστά μνημεία της προβιομηχανικής εποχής είναι τα ερειπωμένα συγκροτήματα υδροκίνησης ( νερόμυλοι- μαντάνια –νεροτριβές, Χρηστίδη- Θεμελή).
Ο Καταρράκτης προσφέρεται για πεζοπορία στα μονοπάτια του προς τον φυσικό καταρράκτη και την χαράδρα, που έχουν ενταχθεί σε ένα ευρύτερο δίκτυο σηματοδοτημένων μονοπατιών του δήμου και σύντομα θα διαμορφωθούν με πλακόστρωτα, κιόσκια, θέσεις θέας. Κάτω από το χωριό στην χαράδρα βρίσκονται το εντυπωσιακό φυσικό βράχινο θεογεφύρο το ονομαστό Ουρανογέφυρο, οι εντυπωσιακές σπηλιές Πορταζιά και η πυγή Μπιτσινάρα.
Στο χωριό θα συναντήσετε το παραδοσιακό καφενείο που προσφέρει εκλεκτά μεζεδάκια ντόπια γλυκά και ξεχωριστό τσίπουρο και κρασί.
Το πανηγύρι στο χωριό γίνεται της Αγ. Παρασκευής.
Κουκλιοί
Χτισμένοι επάνω από τον γόνιμο κάμπο στις παρυφές του Κασιδιάρη σε υψόμετρο 420 μ., βρίσκονται οι Κουκλιοί που απέχουν 52χλμ.,από τα Ιωάννινα. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ο πληθυσμός του φτάνει τους 424 κατοίκους.
Οι Κουκλιοί είναι ανεπτυγμένοι σε μια κατάφυτη από έλατα πλαγιά, είναι ένα συγκροτημένο χωριό από τα μεγαλύτερα της περιοχής που οι κάτοικοι του ασχολούνται κυρίως με την γεωργία στο εύφορο κάμπο του και την κτηνοτροφία.
Το όνομα του χωριού είναι Ελληνικό και ετυμολογικά δηλώνει ότι προέρχεται από τη λέξη «κουκούλι» που φτιάχνουν οι μεταξοσκώληκες. Αυτό τεκμηριώνεται και από το ότι στο χωριό παλιότερα καλλιεργούσαν τον μεταξοσκώληκα, απόδειξη οι πολλές μουριές που σώζονται ακόμη.
Άλλοι ερευνητές καταγράφουν την πιθανότητα το χωριό να πήρε το όνομα του από το επίθετο του πρώτου οικιστή ή παλιού ιδιοκτήτη.
Στο βιβλίο προσκομιδής της Μονής Σωσίνου1742-1838 μνημονεύεται ως “εισχωρείον Κουκουλέους”. Το πότε χτίστηκε το χωριό δεν είναι γνωστό απ’ όσα ιστορικά στοιχεία έχουμε μέχρι σήμερα και ούτε ποια ήταν η παλιά ονομασία του.
Η παράδοση αναφέρει ότι το χωριό ήταν κάποτε πολύ μεγάλο και αριθμούσε 300 σπίτια και ύστερα από πανώλη που εξαπλώθηκε και στα γειτονικά χωριά, σχεδόν ερημώθηκε. Μετά την πανώλη που σχεδόν αφάνισε τους κατοίκους του χωριού, οι λιγοστοί κάτοικοι που απόμειναν, έχτισαν νέο χωριό στη θέση «Πλάκες» όπου σώζονται ερείπια.
Στα 1789 έχει 98 οικογένειες και σχολείο με 15 μαθητές, ενώ η ανάπτυξη του χωριού ήταν μεγάλη. Κάτι που καταγράφεται στην γνωστή στατιστική του 1898, όπου οι μαθητές του σχολείου φτάνουν τους 55.
Πριν την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, στην περιοχή διοργανώθηκε αντάρτικο εναντίον των Αλβανών τσιφλικάδων, με αρχηγό τον καπετάν Κρομμύδα από την Ιερομνήμη και μετέπειτα μόνιμο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού.
Η κτηματική περιουσία των τσιφλικάδων μετά την απελευθέρωση (1913) και αφού απαλλοτριώθηκε από το Ελληνικό Κράτος το 1923, μοιράστηκε στους κατοίκους του χωριού κατά «Μπάσνα» δηλαδή, η κάθε οικογένεια πήρε τα χωράφια που κατείχε και καλλιεργούσε.
Στην κεντρική πλατεία του χωριού βρίσκεται και η παιδική χαρά, το παλιό εντυπωσιακό πετρόκτιστο σχολείο, και η βρύση έτοιμη να δροσίσει κάθε περαστικό. Ξεχωριστή είναι η περιοχή της βρύσης «Γανατιά», που θα αποτελέσει και το πάρκο αναψυχής της κοινότητας αφού σε σύντομο χρονικό διάστημα θα αρχίσουν τα έργα ανάπλασής της. Λίγο πιο κάτω από την βρύση βρίσκεται και ο πετρόκτιστος νερόμυλος των Κουκλιών, για να θυμίζει τις παλιές καλές εποχές.
Αξίζει να επισκεφτείτε τις 10 εκκλησίες του χωριού που αποτελούν στολίδια της περιοχής : Αγία Παρασκευή, Άγιοι Ανάργυροι, Άγιος Δημήτριος, Προφήτης Ηλίας.
Άγιος Ιωάννης, Παναγία, Γέννηση της Θεοτόκου κ.α.
Εντυπωσιακό είναι το ιστορικό μοναστήρι του Αγ. Νικολάου που θεωρείται από τους κατοίκους της περιοχής θαυματουργός . Κατά την παράδοση παλιότερα το 1430στο μοναστήρι υπήρξε κρυφό σχολείο. Σήμερα από το μοναστήρι σώζονται το καθολικό του κτίσμα του 1756, που προφανώς είναι κτισμένο σε χαλάσματα παλιότερης εκκλησίας, ερείπια των κελιών και περίβολος από ξερολιθιά.
Το χωριό σήμερα διαθέτει σύγχρονο καφέ μπάρ, δυο παραδοσιακά καφενεία μια ψησταριά-κρεοπωλείο, παντοπωλείο, καθώς και τον μοναδικό τσαγκάρη της περιοχής.
Πανηγυρίζει των Αγ. Αναργύρων.
Μαζαράκι
Το ωραίο Μαζαράκι βρίσκεται 45 χλμ Β.Δ. των Ιωαννίνων. Είναι κτισμένο στο λόφο Βήκος όπου υπάρχουν δυο φυσικά σπήλαια πάνω από την δεξιά όχθη του ποταμού Καλαμά.
Έχει υψόμετρο 420 μ. και η κτηματική του περιφέρεια περιλαμβάνει περί τα 7.000 στρέμματα. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με την κτηνοτροφία με τα περίπου 4.000 πρόβατα που διαθέτουν και την γεωργία.
Η ονομασία του κατά την παράδοση οφείλεται στην συνένωση των οικισμών και κατοίκων στην σημερινή του θέση. Ιστορικά πρώτοι οικισμοί του, φέρονται τα υψώματα της Παγούνως, όπου και σήμερα σώζονται θεμέλια οικισμών.
Η περιοχή γύρω από το χωριό, κατοικήθηκε από την αρχαιότητα όπως μαρτυρούν πολλά στοιχεία και η ανεύρεση ενός Μυκηναϊκού κιβωτιόσχημου τάφου στην περιοχή Παλιοκούλα.
Πότε για πρώτη φορά κατοικήθηκε, είναι άγνωστο. Η παράδοση λέει, ότι πρώτα το χωριό βρισκόταν στην άλλη άκρη του Καλαμά στις περιοχές “Παλιοκούλες και Παγούνω”. Μετακινήθηκε δε στη σημερινή του θέση, για να βρεθεί πιο κοντά στο μεγάλο δρόμο Ιωαννίνων – Αργυροκάστρου.
Πάντως και στις δύο από τις τοποθεσίες που φέρονται ως αρχική θέση του χωριού, υπάρχουν ερείπια θεμέλια παλαιών εκκλησιών του Αγ. Φιλίππου (Αγ.Φίλης) της Παναγίας και της Αγ. Τριάδας.
Τόσο ο Αθανάσιος Ψαλλίδας όσο και ο Κοσμάς ο Θεσπρωτός, υποστηρίζουν ότι στο χωριό Μαζαράκι “…υπήρχε πάνω εις το λόφον παλαιόν φρούριον, το οποίον σήμερον είναι ερείπια…”
Την εποχή του Αλή το χωριό γίνεται ιδιοκτησία του. Ο Γάλλος Πρόξενος Πουκεβίλ, , που έρχεται να τον συναντήσει στα 1806 στην αυλή του Αλβανού σατράπη, φτάνει στο χάνι απέναντι από το χωριό και σημειώνει “…το χάνι βρίσκεται απέναντι από την ωραία κώμη Μαζαράκη…”. Το σχολείο του χωριού στα 1875 έχει 13 μαθητές, ενώ το 1898 έχει 25 παιδιά.
Έχει όμορφες εκκλησίες: του Αγ. Νικολάου 1872 που είναι και η κεντρική, της Παναγίας, του Αγ. Αθανασίου, του Αγ. Κοσμά (Λιναμιές).
Στο χωριό θα ανακαλύψετε πολλά πέτρινα σπίτια με στενά δρομάκια και το εντυπωσιακό κτίριο του δημοτικού σχολείου.
Στην πλατεία στο κέντρο του χωριού με τον πλάτανο βρίσκεται το κοινοτικό κατάστημα, κτισμένο στη θέση του αρχοντικού του Κωνσταντίνου Σπούλη, με θολωτή στέρνα από το 1928 από την οποία κάλυπτε το χωριό τις ανάγκες ύδρευσης και νοικοκυριού.
Το χωριό διαθέτει δυο παραδοσιακά καφενεία και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου.
Μαυρονόρος
Το Μαυρονόρος βρίσκεται στις βορειοανατολικές κλιτύες του Κασιδιάρη σε υψ750μ. και απέχει 49 χιλ, από τα Ιωάννινα. Με την απογραφή του 2001 είχε πληθυσμό 137 κατοίκους.
Το παλαιό χωριό Μαυρονόρος είναι χτισμένο στο όρος Κασιδιάρη, σε υψόμετρο 900μ και αποτελεί ένα σημαντικό μνημείο αρχιτεκτονικής. Η ονομασία του χωριού προϋπήρχε. Σε σιγίλιο της Ιεράς Μονής Σωσίνου του έτους 1598, αναφέρεται ότι το Μοναστήρι του Σώσινου διοικούσε εκκλησιαστικώς τας δύο κώμας, Πογδόριανη και Μαυρονόρος. Το είχαν ονομάσει έτσι επειδή κανένα άλλο χωριό δεν μαυρίζει όταν συννεφιάζει τόσο όσο αυτό. Δέκα χρόνια μετά την επικράτηση στην Ήπειρο του Αλή Πασά, στα 1798, ο σατράπης εγκαθιστά στο Μαυρονόρος και στην γειτονική Σιταριά περί τις 35 βουλγάρικες οικογένειες.
Το 1866 όταν οι κάτοικοι της Γλούστας Θεσπρωτίας (σημερινό Κεφαλοχώρι) και των γύρω συνοικισμών (Γαρδίκι , Βορτόπια και Τζιουμπουκάτικα) δεν υπέκυψαν στους τούρκους αγάδες του Φιλιατιού εγκατέλειψαν τον τόπο τους για να εγκατασταθούν στο Μαυρονόρος. Στην γνωστή εκπαιδευτική έκθεση του επισκόπου Βελλάς, το χωριό δεν μνημονεύεται. Αντίθετα στα 1885 πληροφορούμαστε ότι το Μαυρονόρος μαζί με άλλα χωριά της περιοχής χαρίζονται από τον σουλτάνο στον Αχμέτ Αιγούπι, πασά διοικητή των Ιωαννίνων. Το χωριό κάηκε από τους τούρκους το 1912.
Στο παλιό χωριό σώζεται ο Άγιος Γεώργιος, μικρή εκκλησία βασιλικού ρυθμού, πάνω στα χαλάσματα παλιάς εκκλησίας, που είχαν χτίσει οι Βούλγαροι και είχε πέσει. Από τα παλιά σπίτια ελάχιστα διασώθηκαν καθώς επίσης, η παλιά βρύση και το σχολείο.
Το νέο χωριό έχει κτιστεί το 1960 κάτω από το παλιό. Διαθέτει ορισμένα παλιά πέτρινα σπίτια και τις εκκλησίες του Αγίου Αθανασίου του Πρ. Ηλία και του Αγίου Νικολάου. Πανηγυρίζει στις 20 Μαΐου.
Παρακάλαμος (Πογδόριανη)
Από τα πιο σημαντικά οικονομικά και διοικητικά κέντρα της περιοχής και έδρα του Δήμου Άνω Καλαμά είναι ο Παρακάλαμος που βρίσκεται σε υψ.400μ. και απέχει 45χλμ.,από τα Ιωάννινα.
Η παλαιότερη ονομασία του έως το 1927 ήταν Πογδόριανη, λέξη σλαβική που σημαίνει υποβούνιος τόπος. Στην εδαφική της περιφέρεια παλιότερα περιελάμβανε το σημερινό χωριό Ρεπετίστα και τους οικισμούς Παηδονιά και Άνω Παρακάλαμο.
Πότε κτίστηκε η Πογδόριανη δεν είναι γνωστό. Ωστόσο για πρώτη φορά μνημονεύεται στα 1430, εποχή που οι τούρκοι καταλαμβάνουν την περιοχή και η Πογδόριανη είναι από τα πρώτα χωριά που δηλώνουν υποταγή στους κατακτητές για αντάλλαγμα γίνεται τιμάριο της Βελιδέ σουλτάνας και απολαμβάνει προνομιών.
Από την κατάκτηση της από τους τούρκους και για τα επόμενα διακόσια χρόνια, η Πογδόριανη διαπρέπει οικονομικά.
Με το διορισμό των σπαχήδων το 1690 άρχισε η παρακμή της Πογδόριανης και συνεχίστηκε ραγδαίως το 1718 με αφορμή τα τραγικά γεγονότα στον περίβολο του Ναού του Αγίου Νικολάου(του παλιού), όπου έγινε καταστροφή, διαρπαγή και σφαγή. Αιτία του κακού αυτού θεωρούνται ότι ήταν οι αυθαιρεσίες, οι καταπιέσεις και οι καταδυναστεύσεις, οι φυλακίσεις και οι ατιμώσεις που υφίσταντο οι κάτοικοι της Πογδόριανης από τους σπαχήδες.
Ο πληθυσμός της λιγόστεψε, η οικονομία της καταρρακώθηκε και η σχολή του Σωσίνου υποβαθμίστηκε πολύ, ώσπου σε λίγα χρόνια και συγκεκριμένα το 1724 έκλεισε εντελώς .
Στα 1730 ο Παπαχρήστος Φιλίτης, πατέρας του Δοσιθέου Φιλίτη ο οποίος διετέλεσε μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, ίδρυσε το δημοτικό σχολείο της Πογδόριανης , το οποίο στα 1873 σύμφωνα με την γνωστή εκπαιδευτική στατιστική του είχε 48 μαθητές, ενώ στο χωριό ζούσαν 124 οικογένειες. Όπως βεβαιώνουν οι συγγραφείς Ν. Τσιγαράς και Ι. Λαμπρίδης, η Πογδόριανη στην εποχή της ακμής της είχε 4.000 κατοίκους.
Στις 4 Νοεμβρίου του 1912 το χωριό καταστρέφεται από τούς Τούρκους. Το Φεβρουάριο του 1913 ύστερα από την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, ο Ελληνικός Στρατός πέρασε από την περιοχή, την ελευθέρωσε καθώς κατευθύνονταν για την απελευθέρωση της Βόρειας Ήπειρου.
Έτσι ο νέος οικισμός δημιουργείται πια κάτω στον κάμπο, εκεί που πρώτα ήταν οι καλοκαιρινές καλύβες. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ο Κάτω Παρακάλαμος σε αντίθεση με τον παλιό οικισμό που παίρνει την ονομασία Άνω Παρακάλαμος. Άλλοι οικισμοί που δημιουργήθηκαν και ανήκουν διοικητικά σε αυτόν είναι τα Μπουλέικα, το Σταυροδρόμι και η Μοσχομάντσα.
Από την Πογδόριανη κατάγονται σπουδαίοι άντρες: Ο Θεόληπτος Α’, Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1513¬-1522),ο Σώσινος, ο πρώτος κτήτορας του Μοναστηριού του Σωσίνου, ο ευεργέτης Ι. Σιμωτάς, ο Δανιήλ μητροπολίτης Σίδης, Τομαρόβας και Περσλάβας, ο Δοσίθεος Φιλίτης (1734-1826), μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας και μεγάλος εθνικός ευεργέτης, η οικογένεια του Παύλου Μελά ο Χριστόδουλος Σακελάριος κ.α.
Έχει πολλές και σημαντικές εκκλησίες, και μοναστήρια Άγιος Αθανάσιος Άνω Παρακαλάμου, έτος ανακαίνισης 1688, Προφήτης Ηλίας1732. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου ή Ευαγγελίστρια (Καθολικό της Μονής Σωσίνου, έτος ανακαίνισης 1598. Αϊ Σωτήρα 1576. Υπαπαντής του Ιησού Άνω Παρακαλάμου. Άγιος Κωνσταντίνος Κάτω Παρακαλάμου. Άγιοι Ταξιάρχες Μιχαήλ και Γαβριήλ Άνω Παρακαλάμου, Αγία Παρασκευή Κάτω Παρακαλάμου., κ.α.
Σήμερα ο Παρακάλαμος είναι ένα ζωντανό κεφαλoχώρι, που ξεπερνά τους 1.000 κατοίκους, με παιδικό σταθμό, Νηπιαγωγείο, Γυμνάσιο, και άλλες υπηρεσίες.
Τα παλιά σπίτια έχουν αντικατασταθεί από σύγχρονες κατοικίες. Τράπεζα, σούπερ μάρκετ, κρεοπωλεία, αρτοποιεία, αλλά και καφετέριες, ταβέρνες καταστήματα κ.α., πλουτίζουν την κεντρική αγορά του Παρακαλάμου, όπου έρχονται να προμηθευτούν προϊόντα, καθημερινά, οι κάτοικοι των άλλων τοπικών διαμερισμάτων, με το ειδικό λεωφορείο του Δήμου.
Η πλειονότητα των κατοίκων ασχολούνται με την γεωργία στον μεγάλο κάμπο που βρίσκεται δίπλα από το χωριό και την κτηνοτροφία. Πολλοί κάτοικοι του έχουν μικρές επιχειρήσεις, ενώ αρκετοί ασχολούνται σαν μουσικοί.
Από τον Παρακάλαμο κατάγονται σημαντικοί λαϊκοί οργανοπαίχτες που για πολλά χρόνια διασκέδαζαν του κάτοικους της γύρω περιοχής, πράγμα που συνεχίζεται έως τις μέρες μας με τους απογόνους τους να αποτελούν την συνέχεια της παραδοσιακής μουσικής παράδοσης του τόπου. Στην περιήγηση σας στον Παρακάλαμο θα θαυμάσετε της ξεχωριστές εκκλησίες του, την παραδοσιακή αγορά του με τα μικρά καταστήματα, τα ερείπια του νερόμυλου και το μικρό πέτρινο τοξωτό γεφύρι στο “Καλάμι“, το πανέμορφο ποταμάκι της Λιμπούσδας που διατρέχει κατά μήκος όλο το χωριό, το λαογραφικό μουσείο, το άγαλμα του Παύλου Μελά κ.α.
Το χωριό πανηγύριζε στις 8 Μαΐου και σήμερα πανηγυρίζει στις 27 Ιουλίου του Αγίου Παντελεήμονος.
Ρεπετίστα (Ρεπετίστη)
Η Ρεπετίστα απέχει από τα Γιάννενα 47 χιλιόμετρα και βρίσκεται σε υψόμετρο 400μ.
Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά, ψηλά σ` ένα μικρό λόφο και στους πρόποδες του απλώνεται ολόγυρα ο απέραντος κάμπος του Καλαμά. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 έχει πληθυσμό 151 κατοίκους.
Το τοπωνύμιο Ρεπετίστα πρέπει να αποδοθεί στο επώνυμο Ρεπετάς (γνωστό στην περιοχή Ιωαννίνων) και την αλβανική περιεκτική κατάληξη «ishta» (σλαβικά «ista») με την οποία δηλώνεται το πρόσωπο ή το πράγμα.
Το σημερινό χωριό προέκυψε από μετεγκατάσταση των κατοίκων από το συνοικισμό της Παηδονιάς που βρίσκεται στις υπώρειες του Κασιδιάρη. Μέχρι το 1929 μαζί με την Παηδονιά αποτελούσαν συνοικισμούς της Πογδόριανης (Παρακαλάμου).
Το πότε κατοικήθηκε η Ρεπετίστα δεν είναι γνωστό. Από το γεγονός ότι η κεντρική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου κτίστηκε στα 1915 και με δεδομένο το γεγονός ότι η Ρεπέτιστα γλίτωσε το κάψιμο από τους Τούρκους στα 1912 , στη μάχη που έδωσε ο Καπετάν Κρομμύδας, οδηγούμαστε σ΄ ένα αρχικό συμπέρασμα ότι ο οικισμός είναι σχετικά νέος.
Στη Ρεπετίστη κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Ελληνικός στρατός, με επικεφαλής το Σύνταγμα Ευζώνων, συνέτριψε τους Ιταλούς, καθώς οπισθοχωρούσαν, στην ονομαστή μάχη της Ρεπετίστας και έγραψε σελίδες δόξας και άφθαστου ηρωικού μεγαλείου.
Η απώτερη καταγωγή της οικογένειας του Παύλου Μελά καθώς και του Δημήτριου Βικέλα είναι από την Παιδονιά της παλαιάς Πογδόριανης, που σήμερα αποτελεί οικισμό της κοινότητας Ρεπετίστα.
Σήμερα σώζονται τα απομεινάρια του πύργου της οικογένειας στην περιοχή (Γ΄ΛΑ).
Στο χωριό θα θαυμάσετε στην κεντρική πλατεία το Ναό του Αγίου Γεωργίου, το πέτρινο κτήριο του πολιτιστικού συλλόγου με ενδιαφέροντα εκθέματα, τα αξιόλογα διώροφα πέτρινα σπίτια, το παρεκκλήσιο «Κοίμηση της Θεοτόκου», στο Βορώνι και τη νεώτερη εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Στο χωριό υπάρχει παραδοσιακό καφενείο.
Το χωριό πανηγυρίζει στις 23 Απριλίου, εορτή του Αγίου Γεωργίου, που είναι προστάτης και πολιούχος του χωριού.
Ριάχοβο
Κτισμένο δίπλα από την μαγευτική λίμνη και πάνω από τους καταρράκτες της Γλυζιανής σε υψ 420μ. βρίσκεται το Ριάχοβο, που απέχει 53χλμ.απο τα Ιωάννινα.
Ο πληθυσμός του χωριού σύμφωνα με την απογραφή του 2001, είναι 130 κάτοικοι.
Η ονομασία του προέρχεται από τη Σλαβική λέξη που σημαίνει τόπος με καρυδιές. Στην περιοχή Λεύκα, ανακαλύφθηκαν αρχαίοι τάφοι με ευρήματα του 3ου π.χ. αιώνα.
Πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά είναι άγνωστο. Ο Λαμπρίδης υποστηρίζει ότι “όσα εξ αποσπασμάτων του Κουβαρά εξάγεται” κατά την κατάκτηση (1430) οι αλβανοί κάτοικοι του χωριού ευθύς ασπάστηκαν την νέα θρησκεία. Αυτό σημαίνει ότι το χωριό υπάρχει πριν από το 1430 αλλά και πριν από την δεκαετία του 1380 που έχουμε τις έντονες μετακινήσεις των αλβανικών φύλλων. Πιθανά τότε κάποιες οικογένειες αλβανών εγκαθίστανται στο Ριάχοβο και είναι αυτές που ασπάζονται το μωαμεθανισμό με την εμφάνιση των τούρκων. Συνεπώς το χωριό υπάρχει στα τέλη του 14ου αιώνα. Στα τέλη του 17ου αιώνα οι αλβανοί κάτοικοι του χωριού, όπως συνέβη και με όλους σχεδόν τους αλβανούς που διαμένουν στα χωριά της περιοχής, ενοχλούμενοι από χριστιανούς ληστές, υποχρεούνται να μετεγκατασταθούν στην Αλβανία.
Μετά την πτώση του Αλή, το χωριό μαζί με το Λίθινο και την Ιερομνήμη αγοράζονται από την μονή των Πατέρων.
Στα 1873 σύμφωνα με την γνωστή έκθεση του επισκόπου Βελλάς, το χωριό έχει σχολείο με 9 παιδιά ενώ το 1898 οι μαθητές του σχολειού ανέρχονται στους 25.
Στο χωριό και ανατολικά είχε χτιστεί τζαμί σε μια περιοχή που και σήμερα είναι γνωστή με την ονομασία Μετζίτια.
Έχει τρεις εκκλησίες, δυο του Αγίου Γεωργίου και μία της Αγίας Τριάδας.
Πριν το χωριό υπάρχει η τοποθεσία Ντουβρίτσι , με την γραφική λίμνη στην οποία πραγματοποιούνται διάφορες εκδηλώσεις και πανηγύρια. Χαρακτηριστικό στον χώρο αυτό είναι το παλιό “κιόσκι” με τις βρύσες.
Στο χωριό υπάρχει παραδοσιακό καφενείο με εκλεκτούς λουκουμάδες. Πανηγυρίζει του Αγίου Γεωργίου μετά το Πάσχα.
Σιταριά (Μόσσιορη)
Χτισμένη στους ανατολικούς πρόποδες του βουνού Κασιδιάρης, με πολύ ωραία θέα προς την πεδιάδα του Καλαμά .Έχει υψόμετρο 580 μέτρα και απέχει 53χλμ,από τα Ιωάννινα .
Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες για το χωριό υπάρχουν από το 1430 και αναφέρεται στις ιστορικές πηγές με το όνομα Μόσσιορη, που είχε ως το 1927, που μετονομάστηκε σε Σιταριά. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν μαζί με τα γύρω χωριά υπό την υψηλή προστασία της εκάστοτε βασιλομήτορος, απολαμβάνοντας έτσι απαλλαγή φόρων.
Στα χρόνια του Αλή πασά το χωριό φιλοξενούσε εξοχικό σαράι του.
Είναι στη μέση του δρόμου (Ντερβένι), που ένωνε τα Ιωάννινα με το Αργυρόκαστρο και εδώ ήταν εγκατεστημένος και ο μπέης της περιοχής. κοντά στο μπαρουτόμυλο, που είχε ο Αλή πασάς.
Στο σαράι αυτό φιλοξενήθηκε ο Γάλλος ιστορικός και περιηγητής Πουκεβίλ το Νοέμβριο του 1806 και μας δίνει στα “Ταξιδιωτικά“ του μια ωραία περιγραφή του χωριού και του σαραϊού.
Μετά τον Αλή Πασά, το χωριό ανήκε στον Αμαλήκ πασά, συγγενή του Αλή, έως το 1906, που εξαγοράστηκε από τους ίδιους τους κατοίκους του από τον τελευταίο ιδιοκτήτη Νακή πασά έναντι 6.000 τουρκικών λιρών.
Το χωριό κάηκε τον Νοέμβριο του 1912 από τους τούρκους. Είναι πατρίδα του διδάκτορα της νομικής Γεωργίου Ευαγγελίδη που ήταν πρόξενος της Ελλάδας στο Μπεράτι και ο οποίος βοήθησε στην λειτουργία του σχολείου στο χωριό.
Η ομορφιά της φύσης στην έκταση του χωριού, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, είναι απαράμιλλη. Σ` όλη την έκταση του δάσους υπάρχουν μονοπάτια και τα τοπία εναλλάσσονται με τέτοιο ρυθμό, που σε κάνουν να ξεχνάς την κούραση της πεζοπορίας. Το χωριό είναι περιτριγυρισμένο από πολύ μεγάλες εκτάσεις φυλλοβόλων κυρίως δέντρων, βαλανιδιές. Έχει πολλές εκκλησίες του Αγ. Αθανασίου, του Αγ. Κωνσταντίνου, του Αγ. Δημήτριου, των Ταξιαρχών, του Αγ. Ιωάννη, του Αγ. Γεωργίου, κ.α. Η Σιταριά διαθέτει καλαίσθητα πέτρινα σπίτια και το πετρόκτιστο κτήριο του δημοτικού σχολείου που έχει μετατραπεί σε λαογραφικό μουσείο που φιλοξενεί πληθώρα εκθεμάτων από την αγροτική ζωή των κατοίκων, καθώς επίσης από την ιστορία και τον πολιτισμό της ευρύτερης περιοχής.
Στη θέση “Παναγιά“ υπάρχει εξωκλήσι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, όπου γίνεται και το πανηγύρι στης 15 Αυγούστου και είναι το πιο μεγάλο παραδοσιακό πανηγύρι της περιοχής. Η τοποθεσία είναι πανέμορφη, με υπεραιωνόβια δένδρα, που στη σκιά τους φιλοξενούν τους πανηγυριώτες.
Το «Ντερβένι» κάνει μια πολύ όμορφη διαδρομή στο χώρο της Σιταριάς, περνώντας ποτάμια και πηγές με κυριότερη αυτή της τοποθεσίας «Χάνια». Κοντά υπάρχουν τα χαλάσματα του μπαρουτόμυλου στη θέση «Μπαρουξίτικο», υπάρχει ο παλιός νερόμυλος και ιχθυοτροφείο. Τα νερά είναι πεντακάθαρα και απίστευτα κρύα το καλοκαίρι.
Στο χωριό υπάρχουν δυο παραδοσιακά καφενεία.
Βιβλιογραφία
Αραβαντινός Παναγιώτης, Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, Ιωάννινα 1984.
Καμαρούλιας Δημήτριος, Τα μοναστήρια της Ηπείρου, τόμοι 2, εκδ. Μπάστας – Πλέσσας, Αθήνα 1996
Μουντράκης Μ. Δημοσθένης, Γεωλογία της Ελλάδας, Θεσσαλονίκη 1985.
Οικονόμου Ε. Κώστας, Τα οικωνύμια του νομού Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2003.
Σταματέλος Μ. – Σταματέλου Βάμβα Φ., Ελληνική γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Τεγόπουλος – Μανιατέας, Αθήνα.
Λαμπρίδης Ιωάννης, Ηπειρωτικά Μελετήματα, Ιωάννινα 1971.
Χρήστου Βασίλης, Τα βουνά της Ελλάδας, εκδ. Explorer, Αθήνα 2003.
Χρήστου Βασίλης, Νομός Ιωαννίνων Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2005.
Χρήστου Βασίλειος, Ήπειρος – Ορειβατικές αναρριχητικές διαδρομές, Ιωάννινα 1987.
Μακρής Γιεώργιος – Παπαγεωργίου Στέφανος, Το χερσαίο δίκτυο επικοινωνίας στο κράτος του Αλή Πασά Τεπελενλή, Αθήνα 1990.
Δ/νση Ιστορίας Στρατού, Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 – 1941, Αθήνα 1960.
Θεσπρωτός Κοσμάς – Ψαλίδας Αθανάσιος, Γεωγραφία Αλβανίας – Ηπείρου, Ε.Η.Μ., Ιωάννινα 1964.
Ευαγγελίδης Δημήτριος, Οι αρχαίοι κάτοικοι της Ηπείρου, Ιωάννινα 1962.
Νιτσιάκος Β. – Αράπογλου Μ. – Καρανάτσης Κ., Νομός Ιωαννίνων, σύγχρονη πολιτισμική γεωγραφία, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Ιωάννινα.
Β. Κατή, Χ. Παπαιωάννου, Κ. Τζιόβας, Β. Χρήστου. Εθνικοί Δρυμοί ,Βίκου-Αώου Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2003.
Μάτσιας Μ. Χρήστος, Πωγώνι – Δερόπολη: Ήθη – Έθιμα – Τραγούδια, Ιωάννινα 1985.
Κωστούλας Χ. Κων/νος, Ο κάμπος του Ξηροβάλτου – Το μεγάλο δερβένι του Πωγωνίου, Ιωάννινα 1994.
Στούπης Σπύρος, Πωγωνισιακά και Βησσανιώτικα, α΄ τόμος, Πάτρα 1962 & β΄ τόμος, Κέρκυρα 1964.
Κωστούλας Χ. Κων/νος, Γνωριμία με την Πωγωνιανή, Ιωάννινα 1994.
Τουριστικός οδηγός περιοχής Πωγωνίου – Συλλογικό έργο: Δήμοι Άνω Πωγωνίου, Δελβινακίου – Κοινότητες Λάβδανης, Πωγωνιανής, εκδ. Next Advertising
Γκόγκος Κ. Ανδρέας, Παρακάλαμος, Ιωάννινα 1995.
Τζιόβας Δ. Πάνος, Τα Δολιανά της Ηπείρου, Ιωάννινα 1995.